Η διαδικασία

Η Διαδικασία

 

Η ίδια η διαδικασία της γραφής δεν ήταν δύσκολη, και το μεγαλύτερο μέρος κύλησε ομαλά. Η Έλεν κατέγραφε τα λόγια που υπαγορεύονταν από την «φωνή» με στενογραφία, και όποτε είχαν χρόνο -εκείνη και ο Μπιλ- μέσα στο πολύ φορτωμένο πρόγραμμά τους, εκείνη θα υπαγόρευε στον Μπιλ αυτά που είχαν υπαγορευτεί σ’ εκείνην. Ο Μπιλ τα δακτυλογραφούσε απευθείας κατά την υπαγόρευση, λειτουργώντας σαν απομαγνητοφωνητής. Ήταν αληθινά ένα συνεργατικό εγχείρημα μεταξύ τους. Αυτό επίσης διασφάλιζε ότι το Μάθημα – η απάντηση στην αναζήτησή τους να βρουν «έναν άλλο τρόπο»- θα ήταν απόλυτα πιστό στα λόγια και στο μήνυμα που η Έλεν έπαιρνε μέσω της «φωνής» που αναγνώριζε ως Ιησού. Η διαδικασία διήρκεσε επτά χρόνια, και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1972.

Παρότι το ίδιο το γράψιμο ήταν σχετικά άκοπο, εντούτοις προκαλούσε τεράστιο άγχος στην Έλεν, παρότι λιγότερο στον Μπιλ. Η Έλεν έγραψε:

"Με έκανε να νιώθω πολύ άβολα, αλλά δεν σκέφτηκα ποτέ σοβαρά να σταματήσω. Έμοιαζε να είναι μία ειδική αποστολή την οποία είχα συμφωνήσει κάπου, κάπως ότι θα ολοκληρώσω. Αντιπροσώπευε ένα αληθινά συνεργατικό εγχείρημα ανάμεσα στον Μπιλ και εμένα, και μεγάλο μέρος της σημασίας του, είμαι βέβαιη ότι έγκειται σ’ αυτό. Δεν θα μπορούσα ν’ απολογηθώ, ούτε συμφιλιωθώ με τις προφανώς ασυνεπείς νοοτροπίες μου. Από την μία, συνέχιζα να θεωρώ τον εαυτό μου ως επισήμως αγνωστικίστρια, απεχθανόμουν το υλικό που κατέγραφα, και έντονα ήθελα να του επιτεθώ και ν’ αποδείξω ότι ήταν λάθος. Από την άλλη, διέθεσα σημαντικό μέρος του χρόνου μου καταγράφοντάς το και μετά υπαγορεύοντας το στο Μπιλ, κι έτσι ήταν προφανές ότι το έπαιρνα πολύ σοβαρά. Πράγμαι έφτασα ν’ αναφερθώ σ’ αυτό ως το έργο της ζωής μου. Όπως ο Μπιλ επισήμανε, θα έπρεπε να πιστεύω σ’ αυτό αφού τόσο πολύ διαφωνούσα μ’ αυτό επιχειρηματολογώντας. Παρότι αυτό ήταν αλήθεια, δεν με βοηθούσε. Ήμουν σε μία αδιανόητη κατάσταση όπου δεν πίστευα το έργο της ίδιας της ζωής μου. Η κατάσταση ήταν ξεκάθαρα γελοία αλλά και οδυνηρή."

Και ο Μπιλ θυμάται:

"Το υλικό ήταν κάτι που υπερέβαινε οτιδήποτε καθένας από τους δυό μας θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει. Και αφού το περιεχόμενο ήταν ξένο ως προς το δικό μας ιστορικό γνώσεων, ενδιαφερόντων και εκπαίδευσης, μου ήταν προφανές ότι ήρθε μέσω κάποιας εμπνευσμένης πηγής. Η ποιότητα του υλικού ήταν τόσο ακαταμάχητη, και η ποιητική της ομορφιά προσέθετε στην επίδρασή της.

Ως προς την επίδραση που είχε το Ένα Μάθημα στα Θαύματα στον Μπιλ, ο ίδιος είπε:

"Άλλαξε την ζωή μου ολικά. Θυμάμαι που δακτυλογραφούσα τις πρώτες πενήντα αρχές των θαυμάτων που ήρθαν μέσα από την Έλεν το Φθινόπωρο του 1965, και συνειδητοποίησα ότι εάν αυτό το υλικό ήταν αληθινό, τότε όλα όσα πίστευα θα τίθεντο υπό αμφισβήτηση – ότι θα έπρεπε να επαναδομήσω όλο το σύστημα των πεποιθήσεών μου. Τότε, όμως, σκέφτηκα ότι αυτό θα ήταν αδύνατον. Δεν ήξερα πώς θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Όμως, ένιωσα ότι αυτό ήταν προϋπόθεση επειδή το υλικό που ερχόταν από την Έλεν στην αρχική φάση φαινόταν τόσο αυθεντικό και γνήσιο. Για ένα σύντομο διάστημα ήμουν σοκαρισμένος, αναρωτιόμουν πώς θα ήταν δυνατόν να κάνω μία τόσο απότομη αλλαγή στην αντίληψή μου για την ζωή και τον κόσμο. Αργότερα σκέφτηκα ότι ο Θεός είναι ευσπλαχνικός και δεν μας ζητά να κάνουμε τόσο απότομες αλλαγές, ότι θα υπήρχε επαρκής χρόνος για ν’ αρχίσω σταδιακά να αλλάζω την αντίληψή μου. Νομίζω ότι αυτό που ήταν σημαντικό ήταν η προθυμία μου ν’ αλλάξω, όχι να κατέχω άριστα το υλικό."

Όταν κάποτε του ζητήθηκε ο δικός του ορισμός για το Ένα Μάθημα στα Θαύματα, ο Μπιλ απάντησε:

"Να μας βοηθήσει ν’ αλλάξουμε το νου μας ως προς το ποιοι είμαστε και τι είναι ο Θεός, και να μας βοηθήσει ν’ αποδεσμεύσουμε μέσω της συγχώρεσης την πίστη μας στην πραγματικότητα του διαχωρισμού από τον Θεό. Το να μάθουμε πώς να συγχωρούμε τον εαυτό μας και τους άλλους είναι η θεμελιώδης διδασκαλία του Μαθήματος. Το Μάθημα μας διδάσκει πώς να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και πώς να ξεμάθουμε όλα εκείνα τα πράγματα που παρεμβάλλονται στην αναγνώρισή μας για το ποιοι είμαστε και πάντα ήμασταν."

Η Έλεν επέλεξε να συγκαλύψει το πνευματικό της ταξίδι σχεδόν απ’ όλους τους φίλους της και όλα τα μέλη της οικογένειάς της, με εξαίρεση φυσικά τον σύζυγό της, Louis. Θα ήταν τόσο δύσπιστοι εάν μάθαιναν για την κρυφή ζωή της και την καταγραφή, η οποία περιελάμβανε επίσης δύο φυλλάδια—"Ψυχοθεραπεία: Σκοπός, Διαδικασία και Εξάσκηση " και "Το Τραγούδι της Προσευχής "—που της είχαν υπαγορευτεί μετά την ολοκλήρωση του Ένα Μάθημα στα Θαύματα. H Έλεν επίσης κατέγραψε περισσότερα από εκατό ποιήματα, που δημοσιεύτηκαν μετά θανάτον το 1982 ως Tα Δώρα του Θεού από το Foundation for Inner Peace.

Ενώ γενικά δεν ένιωθε άνετα με το Μάθημα, η Έλεν ένιωθε πολύ άβολα με την ποίηση, η οποία συχνά καθρεφτίζει μία εγγύτερη και πιο προσωπική σχέση με τον Ιησού. Επειδή τα ποιήματα φανέρωναν το μυστικό της, η Έλεν δεν ήθελε να εκδοθούν ενόσω ζούσε. Επιπλέον ήθελε να διατηρήσει την ανωνυμία της ως γραφέας του Ένα Μάθημα στα Θαύματα, ισχυριζόμενη κατηγορηματικά ότι θα έπρεπε να σταθεί από μόνο του, με τον αληθινό του συγγραφέα, τον Ιησού, να παραμένει η μόνη μορφή έμπνευσης. Ήξερε ότι οποιαδήποτε δημόσια αναγνώριση του ρόλου της θα λειτουργούσε σαν αντιπερισπασμός από αυτή την εστίαση.

 


Κάντε κλικ εδώ για να διαβάσετε για την Μοναδική Στιγμή